Εκδηλώσεις για την Ημέρα Μνήμης του Μακεδονικού Αγώνα

Εκδηλώσεις πραγματοποιηθηκαν στο πλαίσιο της Ημέρας Μνήμης του Μακεδονικού Αγώνα την Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014 στο Λύκειο Καρπερού

Ομιλία για τον Μακεδονικό Αγώνα έγινε απο τη  Φιλόλογο  Κ..Κωσταρέλλου Δήμητρα

Ο Μακεδονικός Αγώνας αποτελεί μια από τις πιο ένδοξες σελίδες της νεότερης ελληνικής ιστορίας, γραμμένη με μαρτύρων αίμα, ηρωισμούς και ολοκαυτώματα. Οι πρωταγωνιστές του προέρχονται από ολόκληρο τον Ελληνισμό. Ωστόσο, το κύριο βάρος του Αγώνα το σήκωσε ο γηγενής πληθυσμός της Μακεδονίας, ο οποίος αγωνίστηκε για τριάντα περίπου χρόνια να διαφυλάξει την ελληνικότητά του από τις διάφορες εθνικές προπαγάνδες.

Η Μακεδονία, όπως και η υπόλοιπη Ελλάδα, γέφυρα ανάμεσα σε δυο ηπείρους και πολιτισμούς, με τεράστια στρατηγική και πολιτική σημασία, έγινε το μήλο της έριδας των Μεγάλων Δυνάμεων, όταν πια άρχισε να κλονίζεται η κυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Βαλκανική. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη μελλοντική τύχη της περιοχής έδειχνε η Ρωσία, η οποία αναζητούσε ευκαιρίες για να προωθήσει τις θέσεις της και την επιρροή της σε χώρες της ανατολικής Μεσογείου. Η πολιτική αυτή έγινε σαφέστερη στα τέλη του 18ου αιώνα, και συνεχίστηκε με διάφορες μορφές σε ολόκληρη τη διάρκεια του 19ου και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού. Στο πλαίσιο λοιπόν της πολιτικής αυτής εντάσσεται και η ισχυρή πίεση που άσκησε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, για να διασφαλίσει την εκκλησιαστική αυτονομία των Βουλγάρων έναντι του Οικουμενικού Πατριαρχείου.  Τελικά, οι προσπάθειες εκείνες επέτυχαν με την ίδρυση (με σουλτανική απόφαση) της βουλγαρικής Εξαρχίας στα 1870-1872. Ο τυπικός εκείνος εκκλησιαστικός διαχωρισμός των ορθόδοξων πληθυσμών σε «πατριαρχικούς» και «εξαρχικούς» ή «σχισματικούς» πήρε ουσιαστικά τη μορφή της εθνικής αντιπαράθεσης Ελλήνων και Βουλγάρων και αποτέλεσε την απαρχή του Μακεδονικού Αγώνα.

Οι βουλγαρικές προσπάθειες για διείσδυση στη Μακεδονία εντάθηκαν μετά την ίδρυση της αυτόνομης Βουλγαρικής Ηγεμονίας το 1878. Τυπικά, οι προσπάθειες αυτές απέβλεπαν στον θρησκευτικό προσηλυτισμό. Ουσιαστικά όμως απέβλεπαν στην ισχυροποίηση των βουλγαρικών διεκδικήσεων στη Μακεδονία εν όψει της υποχώρησης των Οθωμανών. Τα χρόνια εκείνα οι διακρίσεις των πληθυσμών στη νευραλγική αυτή περιοχή των Βαλκανίων δεν γίνονταν με βάση την εθνική τους ταυτότητα, αλλά τη θρησκευτική τους επιλογή. «Εξαρχικός» ή «σχισματικός» σήμαινε αντίστοιχα Βούλγαρος και Πατριαρχικός ή Ορθόδοξος Έλληνας.

Για πάνω από τριάντα χρόνια ο ελληνορθόδοξος πληθυσμός της Μακεδονίας, μόνος και αβοήθητος, με μοναδικά όπλα το σχολείο και την εκκλησία πάλεψε για να μην αποκοπεί από τις ρίζες του, την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό. Ο ιερέας και ο δάσκαλος αναδείχθηκαν τα χρόνια εκείνα τα ισχυρότερα στηρίγματα του χειμαζόμενου Γένους, περιορίζοντας τα αποτελέσματα της βουλγαρικής προπαγάνδας. Οι Μακεδόνες, Ελληνόφωνοι και Σλαβόφωνοι, έμειναν με πείσμα προσκολλημένοι στο Πατριαρχείο, διατηρώντας την ελληνική τους εθνική συνείδηση. Γι' αυτό και οι σλαβόφωνοι εξαιτίας της φανατικής τους προσήλωσης στην ελληνική ιδέα ονομάστηκαν από τους αντιπάλους της Γραικομάνοι, δηλαδή μανιακοί Έλληνες.

Και όταν οι Βούλγαροι διαπίστωσαν, ότι δεν μπορούσαν να επιβληθούν με ειρηνικά μέσα, σταδιακά από το 1895 και εξής, πέρασαν στη βία των όπλων. Η στροφή αυτή έγινε κάτω από το αδιάφορο βλέμμα των Οθωμανών, που εφάρμοζαν την αρχή του "διαίρει και βασίλευε". Τέλος τον Ιούλιο του 1903 στην περιοχή της βορειοδυτικής Μακεδονίας, κήρυξαν την εξέγερση του Ίλιντεν, για να προβάλλουν το Μακεδονικό Ζήτημα στην Ευρώπη, αλλά με απώτερο σκοπό να ενσωματώσουν τη Μακεδονία στο βουλγαρικό κράτος, με την ίδια μέθοδο που είχαν προσαρτήσει. λίγα χρόνια πρωτύτερα το 1885 την Ανατολική Ρωμυλία. Επιλεγμένοι τους στόχοι υπήρξαν τα ελληνικά βλαχοχώρια Κλεισούρα, Κρούσοβο και Νυμφαίο, τα οποία, αν καταλαμβάνονταν θα παρέλυε -έτσι πίστευαν οι Βούλγαροι- κάθε μορφής αντίσταση. Αλλά οι Τούρκοι σύντομα πέρασαν στην αντεπίθεση και έτσι η επανάσταση του Ίλιντεν έσβησε ως πυροτέχνημα.

Όμως παρά την αποτυχία της εξέγερσης του Ίλιντεν, η Μακεδονία είχε κατακλυστεί από βουλγαρικά ανταρτικά σώματα. Η κατάσταση που είχε δημιουργηθεί εγκυμονούσε πολλούς κινδύνους για την απώλεια του ελληνισμού της Μακεδονίας. Έτσι άρχισε η ελληνική αντίσταση που σηματοδοτεί την ένοπλη φάση του Μακεδονικού Αγώνα. Πρωτοπόροι στον Αγώνα στάθηκαν ο Ίων Δραγούμης, γραμματέας του ελληνικού προξενείου στο Μοναστήρι, και ο Μητροπολίτης Καστοριάς, Γερμανός Καραβαγγέλης. Από το 1902 ο Δραγούμης, κηρύσσοντας αληθινή εθνική σταυροφορία στην ευρύτερη περιοχή της δυτικής Μακεδονίας, κατηχούσε, εμψύχωνε, όριζε διοικητικές επιτροπές σε πόλεις και χωριά και οργάνωσε τη "Μακεδονική Άμυνα" στην περιοχή του Μοναστηρίου.

Η Αθήνα αφυπνίστηκε. Την άνοιξη του 1904 στάλθηκαν μυστικά στη Μακεδονία τέσσερις παράξενοι ζωέμποροι. Στην πραγματικότητα ήταν αξιωματικοί του ελληνικού στρατού. Ανάμεσά τους ο Παύλος Μελάς, με το ψευδώνυμο Πέτρος Δέδες. Ο Μελάς ξαναγύρισε στη Μακεδονία τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου με δικό του ανταρτικό σώμα, ως καπετάν Μίκης Ζέζας, σύνθεση των ονομάτων των δυο παιδιών του. Οι Μακεδόνες τον δέχθηκαν ως ελευθερωτή. Ο λαός σιγά σιγά αναθάρρησε. Παρά τις συνεχείς διώξεις του Οθωμανικού στρατού ο Παύλος Μελάς άρχισε ν΄ αποδεκατίζει τις βουλγαρικές ομάδες με βάση τα χωριά Λιγκοβάνη και Λίχυβο. Όμως στις 13 Οκτωβρίου 1904 βρισκόμενος στα Στάτιστα και προδοθείς από την βουλγάρικη συμμορία του Μήτρου Βλάχου περικυκλώθηκε από Τουρκικό απόσπασμα 150 ανδρών. Μετά από δίωρη λυσσαλέα μάχη διέταξε αιφνίδια έξοδο τεθείς επικεφαλής των ανδρών του. Στην επιχείρηση αυτή τραυματίσθηκε θανάσιμα στην οσφυϊκή χώρα και πέθανε μετά από μισή ώρα στα χέρια του φίλου του, Γεωργίου Στρατινάκη. Η κεφαλή του αποκοπείσα υπό των συμμαχητών του τάφηκε προ της «ωραίας πύλης» του Ναού της Αγίας Παρασκευής στο χωριό Πισοδέρι, το δε σώμα του παραδόθηκε από τους Τούρκους στον Μητροπολίτη Καστοριάς όπου και τάφηκε στον παρακείμενο βυζαντινό ναό των Ταξιαρχών.

Τότε από κάθε μερικά της ελληνικής γης από τη Βόρειο Ήπειρο ως την Κρήτη και την Κύπρο, άρχισαν καταφθάνουν γενναίοι Μακεδονομάχοι που αποθανατίστηκαν με τα θρυλικά πλέον ψευδώνυμά τους: Βάρδας, Ακρίτας, Μπούας, Κόρακας, Νικηφόρος, Ρούβας και άλλοι. Οι μακεδόνες καπετάνιοι Νταλίπης, Πύρζας, Μητρούσης, Γιαγκλής, Κύρου, Στέφος, Ράμναλης, τους δέχθηκαν με ενθουσιασμό και συνεργάστηκαν στενά μαζί τους.

Θα ήταν σημαντική παράλειψη να μην τιμηθεί ξεχωριστά από εμάς σ’ αυτή τη σύντομη  μνεία των ηρώων του Μακεδονικού Αγώνα ο δικός μας Μητροπολίτης, ο Μητροπολίτης Γρεβενών Αιμιλιανός. Ο Μητροπολίτης Αιμιλιανός, νέος, γενναίος, αποφασισμένος για κάθε θυσία, ύψωσε το ανάστημα. Με τακτικές Εκθέσεις προς το Πατριαρχείο και την Ελληνική Κυβέρνηση, έκανε γνωστή την κατάσταση που επικρατούσε και τα μαρτύρια των Ελλήνων. Επισκεπτόταν τα χωριά για να εμψυχώσει τους ιερείς και τους δασκάλους, να τονώσει το ηθικό των κατοίκων.
Η θαρραλέα στάση του διαρκώς αύξανε το μίσος των εχθρών. Το μόνο που επεδίωκαν ήταν να τον εξοντώσουν.

Όμως τίποτε δεν δείλιαζε τον ατρόμητο Μητροπολίτη. Συνεχίζοντας το παράδειγμα των προκατόχων του, εξακολουθούσε το έργο του. Είχε γίνει ο καλός ποιμένας που όλοι λάτρευαν.
Την μοιραία 1η Οκτωβρίου 1911, μετά από περιοδεία, πήγε στο χωριό Σνίχοβο (Αιμιλιανό) να λειτουργήσει, να έρθει σε επικοινωνία με τους πιστούς. Το απόγευμα αποφάσισε να επιστρέψει στα Γρεβενά. Οι χωρικοί τον παρακαλούσαν να αναβάλει την αναχώρηση, γιατί είχαν πληροφορηθεί ότι Νεότουρκοι και Ρουμανίζοντες καιροφυλακτούσαν στα γύρω μέρη με κακές προθέσεις. Μα ο Μητροπολίτης δεν ήθελε να υποχωρήσει. Δεν δείλιαζε εκείνος. Το καθήκον μόνο λογάριαζε. Ξεκίνησε. Στον δρόμο, σε μια χαράδρα, οι εχθροί περίμεναν. Ανυπεράσπιστος καθώς ήταν, τον συνέλαβαν, μαζί με τον διάκονο που τον συνόδευε, τον Δημήτρη Αναγνώστου και τον αγωγιάτη τους. Αφού τους βασάνισαν, τους κατακρεούργησαν κατά τον πιο φρικτό, απάνθρωπο τρόπο.

Μόνο την 6η Οκτωβρίου, ψάχνοντας, βρήκαν τα πτώματα στην οικτρή εκείνη κατάσταση. Τους μετέφε­ραν στα Γρεβενά, όπου η κηδεία τους έγινε σε κατανυκτική ατμόσφαιρα θρήνου και πένθους, την 11η Οκτωβρίου.

Εκεί, στην Μητρόπολη, αναπαύεται ο Αγωνιστής, ο οποίος έβαψε με το αίμα του την Μακεδονική γη, που υπερασπίστηκε με όλη την ψυχή του. Ήρωας της Μεγάλης Ιδέας, Εθνομάρτυρας. Στα Γρεβενά, στήθηκε η προτομή του στην κεντρική Πλατεία και τα δύο τελευταία χωριά που επισκέφθηκε, πήραν το όνομά του τιμητικά, το ένα «Δεσπότης», το άλλο «Αιμιλιανός».

Καθοριστική  βέβαια υπήρξε η συμβολή στον Αγώνα και των αμάχων Μακεδόνων όλων των ηλικιών, των φύλων και των κοινωνικών τάξεων. Χωρικές ζύμωναν το ψωμί των Μακεδονομάχων, έπλεναν τα ρούχα τους και έδεναν τις πληγές τους. Στις πόλεις επιτροπές κυριών, οργανωμένες σε φιλόπτωχα σωματεία συγκέντρωναν εφόδια. Απλοί χωρικοί μετέφεραν κρυφά οπλισμό και πληροφορίες. Γιατροί, σιδηροδρομικοί, έμποροι, εργοστασιάρχες, εργάτες, ο καθένας από την έπαλξή του, βοήθησαν με όλες τους τις δυνάμεις τον Αγώνα. Και φυσικά, ιδιαίτερα σημαντική υπήρξε η παρουσία των ιερέων, των δασκάλων και των διδασκαλισσών, γι' αυτό και βρίσκονταν αδιάκοπα στο στόχαστρο του εχθρού.

Τέσσερα χρόνια κράτησε ο ένοπλος Μακεδονικός Αγώνας. Έγιναν πολλές αιματηρές μάχες, συγκρούσεις και αναρίθμητοι υπήρξαν οι μάρτυρες και οι ήρωες. Τελικά το 1908 η επανάσταση των Νεοτούρκων, παράλληλα με την παραχώρηση Συντάγματος, έδωσε αμνηστία στους εμπολέμους και υποσχέθηκε ισονομία και ισοπολιτεία σε όλες τις εθνότητες του Οθωμανικού κράτους. Έτσι, οι μέχρι τότε αντίπαλοι, έδωσαν τα χέρια, ελπίζοντας πια σε ειρηνικές και ήρεμες μέρες.

Όμως οι Νεότουρκοι ακολούθησαν σκληρή εθνικιστική πολιτική, που τελικά οδήγησε στη σύναψη συμμαχίας ανάμεσα στους βαλκανικούς λαούς των Ελλήνων, Βουλγάρων, Σέρβων, και Μαυροβουνίων, οι οποίοι τον Οκτώβριο του 1912, κήρυξαν επιτέλους τον πόλεμο εναντίον της Τουρκίας.

Οι παλιοί Μακεδονομάχοι, οργανωμένοι σε σώματα προσκόπων, άνοιξαν τον δρόμο στον ελληνικό στρατό, ο οποίος με επικεφαλής τον διάδοχο τότε Κωνσταντίνο, ελευθέρωνε τη μια μετά την άλλη τις πόλεις της Μακεδονίας. Στις 26 Οκτωβρίου οι ελληνικές εμπροσθοφυλακές έμπαιναν θριαμβευτικά στη Θεσσαλονίκη.

Η συμμαχία όμως των βαλκανικών λαών δεν ήταν ιδιαίτερα ανθεκτική, καθώς εκ προοιμίου υπονομεύονταν από μίση αιώνων. Έγιναν αρκετά μεθοριακά επεισόδια και Έλληνες και Σέρβοι, βρέθηκαν ξανά αντιμέτωποι με τους Βουλγάρους. Τελικά η ειρήνη αποκαταστάθηκε με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου, με την οποία επιδικάστηκε στην Ελλάδα το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής Μακεδονίας, ενώ οι βόρειες περιοχές της μοιράστηκαν ανάμεσα στη Σερβία και τη Βουλγαρία.

Χρέος μας είναι να διαφυλάξουμε την ακεραιότητα των εδαφών της Μακεδονίας μας, όπως και ολόκληρης της Ελλάδας, απέναντι σε κάθε επίδοξο κατακτητή και διεκδικητή τους.

 

Τα στοιχεία προέρχονται από τους παρακάτω ιστότοπους: 

http://www.imma.edu.gr/imma/education/model.html

opaidagogos.blogspot.com/2011/10/blog-post_05.html

Είδος Δραστηριότητας: 

Σχολικό Έτος: